Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ ΣΕ ΜΙΑ ΣΠΑΣΜΕΝΗ ΠΟΛΗ

Αὐτὸ τὸ ἱστολόγιο ξεκίνησε ὡς περιγραφὴ τῆς μικροϊστορίας τῶν φίλων καὶ τῶν γνωστῶν τὸν καιρὸ τῆς κρίσης. Τὸν πρῶτο λόγο τὸν πῆρε ἡ τεχνικὴ ἀνάλυση ὡς πράξη ἀνάγκης, ὡς πράξη ἐπιβίωσης καὶ ἀντίστασης συνάμα.  Ὁ χαρακτῆρας τὴς ἀντίστασης φάνηκε ἀπὸ τὴν ἐπιβολὴ τοῦ 15% ἐπὶ τῶν ἀγοραπωλησιῶν χρηματιστηριακῶν προϊόντων, καθὼς εἶμαι πεπεισμένος ὅτι ἡ ἐπίσημη πολιτικὴ συνοψίζεται στὴν φράση "Ἄν εἶσαι Ἕλληνας ἀπαγορεύεται νἀ ἔχῃς. Γενικῶς.....".
Παραλίγο νὰ βγοῦμε καὶ ἐπαγγελματίες. Ποιοὶ; Ἐμεῖς οἱ ἐρασιτέχνες.

Σήμερα θὰ περιγράψω κάτι πιο κοντὰ στὸν ἀρχικὸ του σκοπὸ.
Θὰ περιγράψω τὴν εἰκόνα τῶν Ἀθηνῶν καὶ τοῦ Πειραιᾶ ὅπως τὴν εἶδα σήμερα.

Ὅλα ξεκίνησαν ἀπὸ ἕνα λάθος.
Ὁ πράκτοράς μου στὸ Ἡράκλειο Κρήτης ἔκανε γιὰ πρώτη φορὰ στὰ 25 χρόνια ποὺ συνεργαζόμαστε τὸ λάθος νὰ μοῦ ἐκδώσῃ τὸ εἰσιτήριο τῆς ἐπιστροφῆς μὲ λάθος ἡμερομηνία: 1/1/2014 ἀντὶ τοῦ ὀρθοῦ 6/1/2014. Εἶναι δικαιολογημένο τὸ λάθος, καθὼς στὴν κρίση ποὺ ἔχει ἐλαττώσει τὴν δουλειὰ του, προσθέστε ὅτι ἔχῃ βαρειὰ ἄρρωστο πατέρα, ἕναν θαυμάσιο ἄνθρωπο που τὸν γνώρισα τὸ 1988 ὡς ἐπικεφαλῆς τῆς κραταιᾶς τὸτε "Ὀλυμπιακῆς", τὸν ὁποῖο οὐδέποτε ἄγγιξε καὶ ἔφθειρε ἡ περίοδος τῆς ΠΑΣΟΚοκρατίας. Δὲν ξέρει ὁ ἄνθρωπος ὅπως καὶ τόσοι ἄλλοι πῶς θὰ τὰ βγάλει πέρα μὲ τὰ ἔξοδα καὶ ταυτόχρονα βλέπει τὸν γονιό του να λειώνει ἀπὸ την ἐπάρατη νόσο χωρὶς νὰ μπορεί να κάνει κάτι  εκεῖνος, ἡ μητέρα του και ὁ ἀδελφὸς του.
Αὐτὴ ἦταν ἡ ἀφορμὴ γιὰ μία σύντομη περιήγηση στὴν Ἀθήνα, τὸν Πειραιᾶ καὶ τὶς κοντινὲς τους συνοικίες.
Ξεκίνησα ἀπὸ τὴν Ν. Ἐρυθραία καὶ βγαίνοντας στὴν Ἐθνικὴ Ὁδὸ πρὸς Πειραιᾶ μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ὅπως συμβαίνει ἐδῶ καὶ ἀρκετοὺς μῆνες ὁ μικρὸς ἀριθμὸς ὀχημάτων ὅλων τῶν κατηγοριῶν, και ἡ παλαιότητα τῶν ΙΧ και ΔΧ που κυκλοφοροῦν.
Για συντήρηση ἄς μήν τα συζητᾶμε. Δεν μιλᾶμε γιἀ γδαρσίματα στὰ πλάγια τῶν αὐτοκινήτων τὶς βουλιαγμένες λαμαρίνες καὶ τοὺς στραβωμένους προφυλακτήρες, τα κρεμασμένα πλαστικά καὶ τὰ σπασμένα φανάρια. Μιλᾶμε για επικίνδυνα ἐλαστικά, μηχανές ταλαιπωρημένες, φρένα ἐπικίνδυνα, σε ἕνα μεγάλο ποσοστό ὀχημάτων. Ελληνικὲς "πατέντες" μὲ μονωτικὴ ταινία, τα κάνουν νὰ μοιάζουν με χαλασμένα παιχνίδια. Ποῦ καὶ ποῦ μέσα στὸ πλῆθος αὐτὸ, ἐμφανιζόταν μία καλοστεκούμενη καινούρια Μερσεντές ἤ BMW. Ὁ κυβισμός τῶν ὀχημάτων σαφῶς μετατοπισμένος πρὸς τὰ κάτω κατά μέσο ὄρο. Φθηνά κορεάτικα καὶ μικρὰ εὐρωπαϊκά, ἦταν στην πλειονότητά τους τα περισσότερα καινούρια, ὅσα τέλος πάντων ἦταν καινούρια.

Σὲ ὅλη τὴν διαδρομὴ ἀπὸ τὴν Ν. Ἐρυθραία, ὡς τὸ Περιστέρι, μισοτελειωμένες οἰκοδομὲς καὶ φθαρμένες ἐπιγραφὲς "ΠΩΛΕΙΤΑΙ", "ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ" πάνω σὲ ἄλλοτε περιζήτητα κτίσματα.
Μαγαζιά, γραφεῖα, ἀποθῆκες, βιοτεχνίες. Παντοῦ σκυθρωπὰ κτίρια μὲ γραφίτι.
Γραφίτι και στις γέφυρες τῆς Ἐθνικῆς καὶ στὰ παραπέτα. Ἀσυνάρτητα, ἀνορθόγραφα, ἀκαλαίσθητα, ἐκτὸς τὸπου καὶ χρόνου.

Το μόνο που εἶναι σε καλή κατάσταση ακόμη εἶναι το ὁδόστρωμα, σχετικὰ μιλῶνας πάντα.

Βγαίνοντας στην "Ποσειδῶνος",  εἰσπράττω τὰ πρῶτα δείγματα τῆς βουβῆς ἐπιθετικότητας καὶ τῆς ἀναρχίας.

Ξέρετε.Ὁ ψυχοπαθὴς τῦπος μὲ τὸ πουσαρισμένο μικροσκοπικό VW ποὺ κολλάει στὸν  πίσω προφυλακτῆρα σου, παριστάντοντας στὴν στερημένη φαντασία του τὸν ὁδηγὸ φόρμουλα 1 ποὺ δὲν θὰ γίνῃ ποτὲ καὶ ἐπιμένει νὰ σᾶς ἐξαφανίσῃ ἀπὸ τὸν δρόμο, δίνοντας διέξοδο στὴν ἐπιθετικότητά του, στὸν εὐνουχισμένο κακῶς νοούμενο ἀνδρισμὀ του, ποὺ γίνεται "κόττα" μπροστὰ στὸν ἔφορο, τὴν τράπεζα, τὴν γυναίκα του.

Ἀπὸ τὸ πουθενὰ ἐμφανίζεται μὲ ἰλιγγιώδη ταχύτητα ὁ μοτοσυκλετιστὴς μὲ τὴν ψηλοῦ κυβισμοῦ μοτοσυκλέττα του ποὺ δὲν λογαριάζει την ζωή του καὶ τὴν σωματικὴ του ἀκεραιότητα, ἀλλὰ τὸ κυριότερο, τὴν δικὴ σας, καὶ σᾶς ἐνοχλῇ μὲ τοὺς προβολεῖς τῆς μηχανῆς του, ἐπιμένει νὰ χωθῇ ἀπὸ δεξιὰ σας, μπαίνει στὸ ἀντίθετο ρεῦμα καὶ γενικῶς συμπεριφέρεται μὲ ὅσο τὸ δυνατὸν πιο ἀντικοινωνικὸ τρόπο τοῦ ἐπιτρέπουν οἱ συνθῆκες, ἀρνούμενος νἀ ὑποταχθῇ στὴν ροὴ τῆς κυκλοφορίας.

Ἀπὸ κοντὰ ἀκολουθεῖ καὶ ὁ διανομέας τοῦ ταχυφαγείου, μὲ τὸ ὀγκῶδες προσαρμοσμένο στὸ πίσω κάθισμα κουτί ποὺ καταστρέφει τὴν ἰσορροπία τοῦ δικύκλου του, το οποίο θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχῃ γίνει παλιοσίδερα ἀπὸ καιρὸ. Γι' αὐτὸν, δὲν ὑπάρχουν σηματοδότες, διαβάσεις, κανόνες ἀσφαλείας, κάποιου εἴδους τάξη. Χρησιμοποιεῖ ὡς πρόφαση τὴν ταχύτητα τῆς διανομῆς ἀπὸ τὴν ὁποία ἐξαρτᾶται ἐνδεχομένως ἡ ἀνασφάλιστη δουλειά του, γιὰ νὰ ἐκφράσῃ τὸν θυμὸ και τὴν ἀπελπισία του, νὰ ξεφύγῃ γιὰ λίγο ἀπὸ τὰ πλοκάμια τοῦ ἀόρατου μηχανισμοῦ ἐλέγχου ποὺ τοῦ στραγγγαλίζουν τὴν ζωὴ.  

Εὐτυχῶς, δὲν εἶναι ἡ πλειοψηφία. Οἱ περισσότεροι ὁδηγοὶ πᾶνε ἐπιφυλακτικὰ, στωϊκὰ, θὰ ἔλεγα, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸ παρελθὸν, ποὺ κάθε Σαββατοκύριακο θρηνούσαμε δεκὰδες νεκρῶν καὶ τραυματιῶν.

Μπαίνω στον περιφραγμένο χῶρο τοῦ λιμανιοῦ καὶ γιὰ λίγο ἀπολαμβάνω τὴν εὐρυχωρία καὶ τὴν ἀπουσία ἄλλων κινουμένων ὀχημάτων. Εἶναι Κυριακή πρωΐ καὶ δὲν ὑπάρχει κίνηση στὸν σταθμὸ τὼν ταξιδιωτῶν.

Κατευθύνομαι πρὸς τo εκδοτήριο τῶν εισιτηρίων που στεγάζονται σε κοντέϊνερ δίπλα στα όμορφα σκαριά των πλοίων της γραμμής. Ξεθωριασμένα σχέδια στο κτίριο του ΟΛΠ που κάποτε έδεναν  με χρώματα των καραβιῶν τώρα τονίζουν τὴν ἀτμόσφαιρα τῆς ἀποσύνθεσης. Ἕνας βαρυεστημένος μεσόκοπος ὑπάλληλος με κοιτᾶ με πονεμένο, σοφό, βλέμμα πίσω ἀπὸ τὸ πρόχειρο γκισέ.

Του εξηγώ το πρόβλημά μου, και μοῦ απαντᾶ ὅτι δὲν μπορεῖ να μοῦ αλλάξῃ τὸ εισιτήριο, με ευγένεια αλλά και ἀπέραντο πόνο στην φωνή. Ἐκδίδει εἰσιτήρια μόνον γιὰ φορτηγὰ.
Κάτι δὲν πάει καλὰ μὲ τὴν ὀργάνωση τῆς ναυτιλιακῆς ἑταιρείας.
Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀγωνίζεται νὰ βγάλῃ κέρδη μετὰ ἀπὸ τόσες ζημιογόνες χρονιὲς καὶ νὰ μὴν μπορεῖ νὰ ἐξυπηρετήσῃ ἐπιτόπου ἕναν πελάτη τὴν στιγμὴ ποὺ ἔχει δαπανήσει χρήματα γιὰ νὰ ἔχῃ ὁ ὑπάλληλος ὑπολογιστὴ καὶ οὕτως ἤ ἄλλως ὁ ὑπάλληλός της πλήττει ἔως θανάτου ἀπὸ τὴν ἀπραξία;

Φασούλι τὸ φασούλι γεμίζει τὸ σακούλι. Αὐτὴ ἡ νοοτροπία ὅμως ἔχει ἐξαφανισθῇ.
Ἡ ἐπίτευξη ἑνὸς σκοποῦ μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονὴ δὲν εἶναι γιὰ μᾶς, τὸ ἔθνος τῆς ἀρπαχτῆς.

Τὰ προηγούμενα χρόνια εἶχαν συνηθίσει στὸ εὔκολο κέρδος ποὺ προερχόταν κυρίως ἀπὸ τα φορτηγὰ τὶς πολιτικὲς γνωριμίες, τὶς περίεργες σχέσεις μὲ τοὺς διαπλεκόμενους τραπεζικοὺς ὁμίλους καὶ ὁ ταξιδιώτης φαινόταν νὰ εἶναι μία ἐνοχλητικὴ λεπτομέρεια γιὰ τὴν διοίκηση. Ἡ νοοτροπία δὲν ἔχει φύγει ἀκόμη. Ἡ καθυστέρηση στὴν ἀλλαγὴ νοοτροπίας μπορεῖ νὰ ἀποβῇ θανάσιμη γιὰ τὴν ἑταιρεία.
Εὐτυχῶς ἡ ποιότητα τῶν Ἑλλήνων ναυτικῶν, στὰ πληρώματα τῶν πλοίων τῆς γραμμῆς εἶναι αὐτὴ ποὺ ἔσωζε καὶ σώζει τὴν παρτίδα.

"Πρέπει νὰ πᾶτε στὰ κεντρικὰ", μὲ πληροφορεῖ καὶ βαρυεστημένα μοῦ δείχνει μία γενικὴ κατεύθυνση πρὸς κάτι ταχύπλοα βαμμένα μὲ τὸ πιὸ κακόγουστο λαχανί ποὺ μπορείτε νὰ φαναστῆτε, γύρω στὰ 500 μ πιό πέρα.

Κατευθύνομαι πρὸς τὰ ἐκεῖ μὲ τὸ αὐτοκίνητο.

Πουθενὰ ευανάγνωστη σήμανση, διαγραμμίσεις ἄσχετες, πρόχειρα σχεδιασμένες, ἕνα περίπτερο, σφηνωμένο στὰ κιγκλιδώματα και μιὰ παρέα ποὺ ἀπολαμβάνει κάτω ἀπὸ τὴν πελώρια παράνομη τέντα του τὸ οὐζάκι της. Μιὰ στιγμή ανεμελιᾶς.
Προσπαθῶ νὰ βγῶ πεζῆ ἀπὸ τὸν περιφραγμένο χῶρο, καὶ βρίσκομαι ἀντιμέτωπος μὲ μία σειρὰ ἀπὸ  πρόχειρες κατασκευές χωρισμένες με λινάτσες ποὺ σὲ ἕναν ξένο θὰ προκαλοῦσαν ἴλιγγο, μέχρι νὰ βρῶ τὴν ἔξοδο. Προχειρότητα καὶ ἐπιπολαιότητα  σὲ ὅλη τους τὴν δόξα.

Λίγος κόσμος κυκλοφορεῖ μπροστὰ στὸν ἠλεκτρικὸ, οἱ περισσότεροι ντυμένοι  μὲ κινέζικα ροῦχα καὶ μοῦ κάνει ἐντύπωση ἡ σιωπηρὴ μάχη ἀνάμεσα σὲ ὁδηγοὺς καὶ διαβἀτες γιὰ τὸ ποιὸς θὰ περάση. Οι σηματοδότες εἶναι γιὰ τὰ κορόϊδα. Οἱ λιγοστοὶ μετανάστες εἶναι οἱ μόνοι ποὺ τοὺς σέβονται.
Οἱ ἐκφράσεις τῶν ἀνθρώπων γεμᾶτες ἔννοια, βλέμματα ἄγρια, ἔνταση στὴν ἀτμόσφαιρα. Ἄν ἄναβες ἕνα σπίρτο ὁ ἀέρας θὰ ἐπαιρνε φωτιά.
Τα σουβλατζίδικα ἄδεια καὶ ὁ κουλουρτζῆς ἔχει ἐγκαταλείψει τὸ καρότσι του μὲ τὴν λιγοστὴ πραμάτεια. Κάποτε δὲν μποροῦσες νὰ προχωρήσῃς στὸ πεζοδρόμιο, ἀπὸ τοὺς λαθραναγνῶστες τῶν ἐντύπων τῶν περιπτέρων μπροστὰ στὸν "Ἠλεκτρικὸ". Τώρα κανεὶς δὲν γυρίζει κἄν νὰ κοιτὰξῃ τὶς λιγοστὲς ἐφημερίδες ποὺ κρεμοῦν οἱ περιπτεράδες. Ὅλα τὰ κτίρια χρειάζονται συντήρηση.

Μιὰ πολυκατοικία ἔχει φαρδιά πλατιά  τὴν ἐπιγραφὴ τῆς ἑταιρείας, ἀλλὰ στὸν δεύτερο ὄροφο.
Στὸ ἰσόγειο στεγάζεται ἕνα ταξιδιωτικό γραφεῖο. Μπαίνω μέσα.
Ἕνας κύριος μὲ μετρᾶ μὲ τὸ βλέμμα στὴν στιγμὴ, ξέρει ὅτι δὲν εἶμαι πελάτης καὶ ἐνῶ ἐξυπηρετεῖ μία κυρία ἀπαντᾶ στὸ ἐρώτημά μου γιὰ τὸ ποῦ εἶναι τὰ κεντρικὰ τῆς ναυτιλιακῆς ποὺ ζητῶ.
Μὲ διορθώνει ὅταν τοῦ λέω ὅτι μπορῶ νὰ περιμένω μέχρι νὰ τελειώσῃ μὲ τὴν κυρία.
Ἄγνωστη ἔννοια ἡ σειρὰ. Προσβλητικὴ.

Προχωρῶ πρὸς τὴν ἀκτὴ Κονδύλη καὶ ἐπιτέλους βρίσκω τὰ κεντρικὰ.
Καλημερίζω καὶ εὔχομαι "Χρόνια Πολλά" στὴν μοναδικὴ ὑπάλληλο μὲ τὴν στολὴ τῆς ἑταιρείας.
Τῆς ἐξηγῶ τὸ πρόβλημα καὶ ἐκεῖ ἀρχίζει μία στιχομυθία ἡ ὁποία ἀναδεικνύει τὴν πλήρη ἔλλειψη κοινωνικῶν ρόλων καὶ λειτουργιῶν, ἱεραρχιῶν καὶ μέτρου.
Ἐπιμένει νὰ μὲ ἐπιπλήξῃ ἐνῶ εἶναι κατὰ πολύ νεώτερη, καὶ χωρὶς νὰ γνωρίζῃ ἤ νὰ ρωτὴσῃ τὶς συνθῆκες κὰτω ἀπὸ τὶς ὁποῖες ὁ πράκτορας ἔκανε τὸ λάθος.
Προσπαθῶ μὲ ἤπιο κατ'ἀρχὴν τόνο νὰ τῆς ἐξηγήσω ὅτι δὲν εἶναι ἐκεῖ γιὰ νὰ μὲ κρίνῃ ἀλλὰ γιὰ νὰ μὲ ἐξυπηρετήσῃ.
Ἐπιμένει.
Ὁ ἄμετρος αὐθάδης ἐγωϊσμὸς ὁ ὁποῖος ἀνεπτύχθη μετὰ τὴν μεταπολίτευση, καὶ ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς ἰσοπέδωσης οἱασδήποτε ἔννοιας καὶ ἐκδοχῆς ἱεραρχίας πλὴν τῆς κομματικῆς καὶ τῆς οἰκονομικῆς, σηκώνει κεφάλι.
Αὐτὰ ὅμως ἐγὼ δὲν τὰ σηκώνω ἀπὸ κανέναν, τῆς ὑπενθύμισα ὅτι μόνον ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ νόμου εἴμαστε ἴσοι ἀλλὰ πουθενὰ ἀλλοῦ, καὶ ἀπήτησα ρητά καὶ χωρίς περιθώρια ἀντίρρησης ἐκ μέρους της αὐτὸ ποὺ μοῦ ἀνήκει, δηλαδὴ τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν εὐγένεια ποὺ ὁ ἴδιος προσφέρω.

 Τέλος πάντων κάνει αὐτὸ ποὺ προβλέπει ἡ πολιτικὴ τῆς ἑταιρείας καὶ μοῦ ἀντικαθιστᾶ τὸ εἰσιτήριό μου, ἀλλὰ τὸ παρουσιάζει ὡς πράξη καλῆς διάθεσης ἐκ μέρους της.
Ἐκεῖ βέβαια τῆς ὑπενθυμίιζω ὅτι  δὲν εἶναι στὸ χέρι της καὶ τὴν ρωτῶ ὄνομα καὶ ἐπώνυμο γιὰ νὰ πληροφορήσω τοὺς ἀνωτέρους της γιὰ τὴν συμπεριφορά της.
Κάπου ἐκεῖ τὸ πράγμα τελειώνει, ἡ "γλωσσώδης γυνή" κατὰ τὴν Σοφία Σειράχ μαζεύεται καὶ σκέπτομαι ὅτι αὐτὴ ἡ ἑταιρεία χρειάζεται τουλάχιστον καινούριο προσωπάρχη, ἀλλὰ συζητῶ μέσα μου καὶ τὸ ἐνδεχόμενο νὰ ἔχῃ λάβῃ ὁδηγίες γι'αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴν συμπεριφορά ὡς προβολὴ ἐξουσίας ἀπέναντι στὸν ταξιδιώτη. Θυμοῦμαι παρόμοια περιστατικά ἀπὸ τὸ προσωπικὸ ἀεροπορικῶν ἑταιρειῶν.

Πληροφόρησα τὴν ἑταιρεία με τὸ ἠλεκτρονικὸ ταχυδρομεῖο γιὰ τὰ διατρέξαντα καὶ ὅτι τιμωρῆται μὲ τρία ταξίδια ὅπου θὰ προτιμήσω τὸν ἀνταγωνιστὴ της. Χίλια τρικόσια ευρώ περίπου θὰ πᾶνε στὴν τσέπη τοῦ ἀντιπάλου της ἐπειδὴ εἴτε μὲ θεωρεῖ ὡς αγελαῖο ζῶο τὸ ὁποῖο νομίζει ὅτι μπορεί νἀ ἐξουσιάσῃ, εῖτε δὲν φρόντισε νὰ ἐκπαιδεύσῃ κατάλληλα τοὺς ὑπαλλήλους της στὴν στοιχειώδη εὐγένεια καὶ τρόπους συμπεριφορᾶς. Ὀφείλω νὰ πῶ ὅτι τὰ πράγματα εἶναι διαμετρικὰ ἀντίθετα ἐπὶ τῶν πλοίων καὶ νὰ τονίσω γιὰ ἄλλη μιᾶ φορὰ τὴν ἐξαιρετικὴ ποιότητα τῶν ἀνθρώπων τῆς θάλασσας.

Αὐτὴ ἡ συμπεριφορὰ εἶναι χαρακτηριστικὴ τῆς μεταπολίτευσης. Ὅλοι γύρω μου θεωροῦν ἑαυτοὺς ἱκανοὺς καὶ ἁρμοδίους νὰ κρίνουν καὶ νὰ ἐπικρίνουν χωρὶς ὅρια καὶ ὅταν τοὺς ὑποδεικνύονται τὰ λάθη τὰ ὁποῖα κάνουν, σηκώνουν τὸν κόσμο στὶς διαμαρτυρίες καὶ τοὺς ἀρέσει νὰ παριστάνουν τοὺς ἀδικημένους. Ἡ φράση "Συγγνώμην, έκανα λάθος", λείπει ὄχι μόνον ἀπὸ τὴν δημόσια, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἰδιωτικὴ ζωὴ.
Δὲν ὑπάρχει καμία ἔννοια μέτρου, σεβασμοῦ, αἰδήμονος καὶ σοφῆς σιωπῆς.
Ἡ νόσος ἔχει πλήξει τὶς γυναῖκες πολύ πιὸ ἄσχημα ἀπ'ὅτι τοὺς ἄνδρες συνδραμούσης καὶ τῆς τηλεοράσεως, ὅπου δὲν βλέπονται οἱ Ἐλληνικὲς σειρὲς, διότι ξέχωρα ἀπὸ τα ἀπαράδεκτα σενάρια, οἱ πάντες κραυγάζουν πρὸς ἀλλήλους σὲ ἀκατάληπτα Ἑλληνικὰ, φαίνονται νὰ εἶναι διαρκῶς θυμωμένοι καὶ θυμωμένες καὶ βρίσκονται σὲ καταστάσεις κάπου ἀνάμεσα σε ὑστερία καὶ μείζονα ψυχιατρική κρίση ἤ κακαρίζουν μικρότητες καὶ ἀσημαντότητες ἀκατάπαυστα.
Ἄν οἱ ἐπιχειρήσεις, ἰδιαίτερα οἱ τουριστικὲς, θέλουν νὰ ἐπιβιώσουν, θὰ πρέπει νὰ ἀνταλλάξουν τώρα τὰ χαμηλῆς ποιότητος στελέχη τους ὅπως ἡ ἐν λόγῳ κυρία ἡ ὁποία ἐζημίωσε τὴν ἑταιρεία της κατὰ τὸ προαναφερθέν ποσό λόγῳ τῆς ἔλλειψης ἀγωγῆς καὶ ἀπωλείας τοῦ μέτρου, μὲ ὑψηλοτέρας ποιότητος στελέχη ἰδιαίτερα στὸν τομέα τῆς ἀνατροφῆς καὶ τῶν καλῶν τρόπων τὰ ὁποῖα σήμερα ἀφθονοῦν καὶ ἐπιτέλους νὰ παραδεχθοῦν ὅτι ἐκεῖνες ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὸ κοινὸ καὶ ὄχι τὸ ἀντίστροφο. 

Ξεκίνησα, τέλος πάντων, μὲ τὸ εἰσιτήριο στὴν τσέπη καὶ εἶπα νὰ πὰρω τὴν διαδρομὴ πρὸς Ἀθήνα μέσῳ τῆς Λ. Πέτρου Ράλλη.
Ίδια εἰκόνα ὅσον αφορᾶ τὴν κυκλοφορία. Πανταχοῦ παρόντα τὰ καταστήματα ἀγοραπωλησίας χρυσοῦ μὲ τὶς φανταχτερὲς διαφημιστικὲς ταμπέλλες καὶ τὶς μονοκόματες βαρειές σιδερένιες πόρτες, ταχυφαγεῖα, διαφημίσεις για καφέ με 1 ευρώ,  καταστήματα ἀνταλλακτικῶν αὐτοκινήτων, μπαταριῶν καὶ ἠλεκτρονικοῦ ἐξοπλισμοῦ, πού καὶ πού κανένα κατάστημα μὲ ροῦχα, μὲ τοὺς ἰδιοκτῆτες τους στὶς πόρτες σκεπτικοὺς καὶ σκυθρωποὺς, ἀλλὰ κόσμος πουθενὰ. Κατὰ τὴν διαδρομὴ ὅλες οἱ πάροδοι ἀσφυκτιοῦν ἀπὸ τὰ παρκαρισμένα αὐτοκίνητα. Οἱ μόνοι ποὺ δουλεύουν εἶναι οἱ βενζινάδες τῆς περιοχῆς ποὺ κάπως τὰ καταφέρνουν καὶ ἔχουν φθηνὴ βενζίνη. Κάπως...Προσθέστε ὅ,τι θέλετε.

Στρίβω πρὸς Θησεῖο, αφοῦ πέρασα ἀπὸ τὸ Γκάζι καὶ τὸ Μουσεῖο Μπενάκη.
Στὴν πρωϊνὴ λιακάδα κάμποσοι εἶναι μαζεμένοι στὰ στέκια τῆς περιοχῆς τοῦ Θησείου κάτω ἀπὸ τὴν αἰώνια γλαφυρὴ Ἀκρόπολη ποὺ ἡ θέα της καὶ μόνον ἀνεβάζει τἠν ψυχὴ.
Μέσα στὴν λαμπρὸ Φῶς ποὺ ἀνάστησε τοὺς Ἕλληνες, ἄνθρωποι ντυμένοι με μουντὰ χρώματα συζητοῦν χαμηλόφωνα, σὰν νὰ μὴν θέλουν νὰ ἀκουστοῦν τὰ βάσανά τους πιο πέρα. Εἶναι βέβαιο ὅτι εἶναι τὰ ἴδια βάσανα μὲ αὐτὰ τοῦ διπλανοῦ τους. Παντοῦ, σὲ ὅλα, ἀκόμη καὶ στὶς πιο μικρὲς κινήσεις τῶν ἀνθρώπων ἐπικρατεῖ μοναξιὰ, μιὰ ἀπέραντη ἀβάσταχτη μοναξιά μιὰ παραίτηση καὶ ἡ γλῶσσα τοῦ σώματος λέει ἕνα πρᾶγμα. Ἀπελπισία καὶ ὑποταγὴ στὴν μοίρα.

Κάπου στα Πετράλωνα, συναντῶ τοὺς πρώτους ἄστεγους, καὶ ρακοσυλλέκτες.
Μια γυναίκα γύρω στα πενήντα πρόωρα γερασμένη, φορᾶ μιὰ χλαίνη δύο με τρία νούμερα πιο μεγάλη της καὶ ἔχει ,παρά τὴν λιακάδα, ἕνα καρώ φθαρμένο μάλλινο κασκόλ τυλιγμένο γύρω απὸ τὸ πρόσωπό της σὰν νὰ ἔχῃ πονόδοντο.
Ἐπιθεωρεῖ προσεκτικὰ ἕναν μεγάλο κάδο ἀπορριμάτων γιὰ κάτι χρήσιμο.
Οι πόρτες ἀπὸ τὰ μονόροφα καὶ διώροφα σπίτια τῆς περιοχῆς ἑρμητικὰ κλειστὲς.
Παιδί πουθενά.

Μετὰ τὸν Ταῦρο, στὴν πλατεία τὴς Καλλιθέας, ἀντίκρυσα μιὰ σκηνὴ ἄφατης τρυφερότητας καὶ ἡρωϊσμοῦ.
Ἕνας ἄνδρας, γύρω στὰ σαράντα μὲ τους κροτάφους μόλις νὰ ἔχουν ἀρχίσει νὰ γκριζάρουν σπρώχνει στὴν μέση τοῦ δρόμου ἕνα ἀναπηρικὸ καρότσι στὸ ὁποῖο κάθεται μιὰ ἡλικιωμένη γυναίκα, πιθανότατα ἡ μητέρα του. Κάθε τρεῖς καὶ λίγο σταματᾶ τὸ καρότσι γιὰ νὰ τῆς μιλήσῃ καὶ ἐκείνη τὸν κοιτᾶ κατάματα καὶ τοῦ ἀπαντᾶ λὲς καὶ πρόκειται γιὰ τὸ πιὸ σπουδαῖο πρᾶγμα στὸν κόσμο.
Τὰ αὐτοκίνητα χωρὶς διαμαρτυρία καὶ σὲ μία σπάνια ἐπίδειξη σεβασμοῦ σ'αὐτὸ τὸ μοναδικὰ ἀνθρώπινο δεῖγμα ἐπικοινωνίας, παραμερίζουν ἤ σταματοῦν χωρὶς κορναρίσματα, χωρίς διαμαρτυρίες, λές καὶ αὐτὸς ὁ διάλογος θὰ κρίνῃ τὴν τύχη τοῦ κόσμου.
Τό καταπληκτικό εἶναι ὅτι αὐτὸς ποὺ σπρώχνει τὸ καρότσι, ἔχει τὸν λικνιστό βηματισμὸ τῶν ἀνθρώπων μὲ ἐλαφρὰ σπαστικὴ παραπάρεση. Εἶναι ὁ ἴδιος ἀνάπηρος, ἤ κατὰ τὴν ξενέρωτη πολιτικὰ ὀρθὴ ἔκφραση ποὺ ξερριζώνει τὸ νόημα τῆς κατάστασής του  εἶναι "ἄτομο μὲ εἰδικὲς ἀνάγκες".
Θέλω νὰ κατέβω καὶ νὰ τὸν ἀγκαλιάσω, αὐτὸν καὶ τὴν μητέρα του, ἀλλὰ φοβα[μαι νὰ διακόψω τὸν διάλογό τους και προχωρῶ.
Δὲν ἔχουν χαθῇ ὅλα.

Στὴν πλατεῖα τῆς Καλλιθέας, καθισμένοι στὰ καφενεδάκια ἤ ὄρθιοι, ἄνδρες τῆς παραγωγικῆς ἡλικίας, ἄλλοι μὲ στρογγυλεμένο σῶμα ἀπὸ τὴν ἀναγκαστικὴ ἀνάπαυση τῆς ἀνεργίας καὶ ἄλλοι ἀξύριστοι, μὲ ἄγριο ἀρπακτικὸ βλέμμα καὶ ἕνα τσιγάρο μισοαναμένο, μισοσβυστό,  στὸ στόμα.
Ἀμίλητοι. Ἀγέλαστοι. Λογαριάζουν τὴν ἑπόμενη κίνηση τῆς ἐπιβίωσής τους.
Οἱ δρόμοι θυμιζουν ἀρένα ἀντιαρματικῶν ἐμποδίων.

Κάπως καλύτερα τὰ πράγματα στὴν Νέα Σμύρνη, με τὸν κόσμο πιο κινητικό, με περισσότερη ζωή πάνω του. Ἀπὸ τὸν Ὑμηττό καὶ πάνω πρὸς τὸν Βύρωνα, τέλεια ἐρημιὰ.
Μέτρησα ἑπτά, μάλιστα, ἑπτὰ διαβάτες σ'αυτὴ τὴν διαδρομὴ.

Ἔφθασα στὴν Νέα Ἑλβετία, ὅπου πέρασα τὰ παιδικὰ μου χρόνια.
Ἡ ὀγδονταεφτάχρονη μητέρα μου, φώναξε τρεῖς φορές "Ποιός εἶναι;" πρὶν γνωρίσῃ τὴν φωνή μου καὶ ἀνοίξῃ ἐπιφυλατικά τὴν πόρτα.
Αἰσθάνθηκα ἀνακούφιση ποὺ βρέθηκα στὸν οἰκεῖο ἀσφαλῆ χῶρο τοῦ πατρικοῦ σπιτιοῦ.
Θυμήθηκα τὰ παιδιὰ τῆς γειτονιᾶς, τὴν ἀσφάλεια ποὺ εἴχαμε, τὶς ἀνταλλαγὲς ἐπισκέψεων, τὶς ἀνοιχτὲς, παρὰ τὴν φτώχεια, πόρτες, τὴν φασαρία τῶν ἑορτῶν, τὰ παιδιὰ, τὰ παιδιὰ ποὺ ἐπαιζαν στὸν δρόμο κι ἄς μὴν ἦταν τότε ἀσφαλτοστρωμένοι.
Τὰ εἴπαμε γιὰ λίγο τῆς ἄφησα τὴν σύνταξή της καὶ ἔφυγα για τὴν Νέα Ἐρυθραία.
Στην διαδρομή, κάπου ἀνάμεσα στὸν Καρέα καὶ τῆν Καισαριανὴ ξεπηδᾶ μέσα μου αὐθόρμητα μία εἰκόνα:
Ἕνα παιδί κρατᾶ ἕνα σπασμένο καραβάκι στὰ χέρια του καὶ κλαίει ἀπαρηγόρητο.
Μοιάζει μὲ τὸν ἐγγονό μου ποὺ ξενητεύτηκε μὲ τοὺς γονεῖς του λόγῳ τῆς κρίσης καὶ τώρα ζεῖ στὴν Κύπρο καὶ ἔχω ὀκτώ μῆνες νὰ τοὺς δῶ:
"Ἔσπασεεε....Ἔσπασεεε"
Μιλάω μόνος μου φωναχτά καὶ ὁ εἰσπράκτορας τῶν διοδίων τῆς Ἀττικῆς ὁδοῦ μὲ κοιτᾶ λοξὰ καὶ μὲ τὸ δίκιο του.
"Μὴν κλαῖς ἀγόρι μου. Μὴν κλαῖς. Θὰ τὸ φτιάξωμε. Θὰ τὴν ξαναφτιάξωμε τὴν Ἑλλάδα μας. Θὰ δῆς."

12 σχόλια:

  1. Λυπάμαι που το λέω, αλλά η Ελλάδα δεν αλλάζει έτσι...
    Δυστυχώς θέλει φωτιά και χτίσιμο από την αρχή, πράγμα που δεν γίνεται νομίζω...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. υπεροχο.....!!!!!! δεν χωρανε σχολια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Καλή χρονιά κύριε Στάθη , και εγώ πιστεύω ότι '' την πατρίδα θα την ξαναφτιάξομε '' , με αλληλεγγύη και αγάπη στον συνάνθρωπο μιας και το πρόβλημα μας είναι νομίζω πρωτίστως κοινωνικό και έπειτα οικονομικό .

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Αποστομωτικός και συγκινητικός.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. κ. Στάθη χρόνια πολλά και καλή χρονιά να έχουμε…

    Διάβασα το κείμενό σας και το βρήκα πάρα πολύ συγκινητικό. Ακριβώς τα ίδια συναισθήματα γεννούνται και σε μένα, σαν τύχει να περιδιαβαίνω και εγώ στο «κλεινόν άστυ». Μετά από πέντε χρόνια βουτηγμένοι στην οικονομική (αν και για μένα πρωτίστως ηθική) κρίση ακόμη είμαστε μουδιασμένοι. Και το χειρότερο, δεν ξέρω αν όλη αυτή η αγανάκτηση και η θλίψη θα καταφέρει να βρει μια ώριμη πολιτική έκφραση. Ίσως φτάνει επιτέλους η ώρα να αποφασίσουμε τι πραγματικά πρεσβεύουμε σαν λαός και πως τοποθετούμαστε στο χώρο και στο χρόνο. Πολλά τα διλλήματα για το «που» πρέπει να πάμε.

    Ὁ Βασιλιᾶς τῆς Ἀσίνης
    Γιώργος Σεφέρης

    Ἀσίνην τε...
    ΙΛΙΑΔΑ

    Κοιτάξαμε ὅλο τὸ πρωὶ γύρω-γύρω τὸ κάστρο
    ἀρχίζοντας ἀπὸ τὸ μέρος τοῦ ἴσκιου ἐκεῖ ποὺ ἡ θάλασσα
    πράσινη καὶ χωρὶς ἀναλαμπή, τὸ στῆθος σκοτωμένου παγονιοῦ
    Μᾶς δέχτηκε ὅπως ὁ καιρὸς χωρὶς κανένα χάσμα.
    Οἱ φλέβες τοῦ βράχου κατέβαιναν ἀπὸ ψηλὰ
    στριμμένα κλήματα γυμνὰ πολύκλωνα ζωντανεύοντας
    στ ἄγγιγμα τοῦ νεροῦ, καθὼς τὸ μάτι ἀκολουθώντας τις
    πάλευε νὰ ξεφύγει τὸ κουραστικὸ λίκνισμα
    χάνοντας δύναμη ὁλοένα.
    Ἀπὸ τὸ μέρος τοῦ ἥλιου ἕνας μακρὺς γιαλὸς ὁλάνοιχτος
    καὶ τὸ φῶς τρίβοντας διαμαντικὰ στὰ μεγάλα τείχη.
    Κανένα πλάσμα ζωντανὸ τ᾿ ἀγριοπερίστερα φευγάτα
    κι ὁ βασιλιὰς τῆς Ἀσίνης ποὺ τὸν γυρεύουμε δυὸ χρόνια τώρα
    ἄγνωστος λησμονημένος ἀπ᾿ ὅλους κι ἀπὸ τὸν Ὅμηρο
    μόνο μία λέξη στὴν Ἰλιάδα κι ἐκείνη ἀβέβαιη
    ριγμένη ἐδῶ σὰν τὴν ἐντάφια χρυσὴ προσωπίδα.
    Τὴν ἄγγιξες, θυμᾶσαι τὸν ἦχο της; κούφιο μέσα στὸ φῶς
    σὰν τὸ στεγνὸ πιθάρι στὸ σκαμμένο χώμα-
    κι ὁ ἴδιος ἦχος μὲς στὴ θάλασσα μὲ τὰ κουπιά μας.
    Ὁ βασιλιὰς τῆς Ἀσίνης ἕνα κενὸ κάτω ἀπ᾿ τὴν προσωπίδα
    παντοῦ μαζί μας παντοῦ μαζί μας, κάτω ἀπὸ ἕνα ὄνομα:
    «Ἀσίνην τε... Ἀσίνην τε...»
    καὶ τὰ παιδιά του ἀγάλματα
    κι οἱ πόθοι του φτερουγίσματα πουλιῶν κι ὁ ἀγέρας
    στὰ διαστήματα τῶν στοχασμῶν του καὶ τὰ καράβια του
    ἀραγμένα σ᾿ ἄφαντο λιμάνι-
    κάτω ἀπ᾿ τὴν προσωπίδα ἕνα κενό.
    Πίσω ἀπὸ τὰ μεγάλα μάτια τὰ καμπύλα χείλια τοὺς βοστρύχους
    ἀνάγλυφα στὸ μαλαματένιο σκέπασμα τῆς ὕπαρξής μας
    ἕνα σημεῖο σκοτεινὸ ποὺ ταξιδεύει σὰν τὸ ψάρι
    μέσα στὴν αὐγινὴ γαλήνη τοῦ πελάγου καὶ τὸ βλέπεις:
    ἕνα κενὸ παντοῦ μαζί μας.
    Καὶ τὸ πουλὶ ποὺ πέταξε τὸν ἄλλο χειμώνα
    μὲ σπασμένη φτερούγα σκήνωμα ζωῆς,
    κι ἡ νέα γυναίκα ποὺ ἔφυγε νὰ παίξει
    μὲ τὰ σκυλόδοντα τοῦ καλοκαιριοῦ
    κι ἡ ψυχὴ ποὺ γύρεψε τσιρίζοντας τὸν κάτω κόσμο ὁ χείμαρρος τοῦ ἥλιου
    μὲ τ᾿ ἀρχαῖα μνημεῖα καὶ τὴ σύγχρονη θλίψη.
    Κι ὁ ποιητὴς ἀργοπορεῖ κοιτάζοντας τὶς πέτρες κι ἀνάρωτιέται
    ὑπάρχουν ἄραγε
    ἀνάμεσα στὶς χαλασμένες τοῦτες γραμμὲς
    τὶς ἀκμὲς τὶς αἰχμὲς τὰ κοῖλα καὶ τὶς καμπύλες
    ὑπάρχουν ἄραγε
    ἐδῶ ποὺ συναντιέται τὸ πέρασμα τῆς βροχῆς τοῦ ἀγέρα καὶ τῆς φθορᾶς
    ὑπάρχουν, ἡ κίνηση τοῦ προσώπου τὸ σχῆμα τῆς στοργῆς
    ἐκείνων ποὺ λιγόστεψαν τόσο παράξενα μὲς στὴ ζωή μας
    αὐτῶν ποὺ ἀπόμειναν σκιὲς κυμάτων καὶ στοχασμοὶ μὲ τὴν ἀπεραντοσύνη τοῦ πελάγου
    ἢ μήπως ὄχι δὲν ἀπομένει τίποτε παρὰ μόνο τὸ βάρος
    ἡ νοσταλγία τοῦ βάρους μιᾶς ὕπαρξης ζωντανῆς
    ἐκεῖ ποὺ μένουμε τώρα ἀνυπόστατοι λυγίζοντας
    σὰν τὰ κλωνάρια τῆς φριχτῆς ἰτιᾶς σωριασμένα μέσα στὴ διάρκεια τῆς ἀπελπισίας
    ἐνῶ τὸ ρέμα κίτρινο κατεβάζει ἀργὰ βοῦρλα ξεριζωμένα μὲς στὸ βοῦρκο
    εἰκόνα μορφῆς ποὺ μαρμάρωσε μὲ τὴν ἀπόφαση μιᾶς πίκρας παντοτινῆς.
    Ὁ ποιητὴς ἕνα κενό.
    Ἀσπιδοφόρος ὁ ἥλιος ἀνέβαινε πολεμώντας
    κι ἀπὸ τὸ βάθος τῆς σπηλιᾶς μία νυχτερίδα τρομαγμένη
    χτύπησε πάνω στὸ φῶς σὰν τὴ σαΐτα πάνω στὸ σκουτάρι:
    «Ἀσίνην τε Ἀσίνην τε...». Νἄ ῾ταν αὐτὴ ὁ βασιλιὰς τῆς Ἀσίνης
    ποὺ τὸν γυρεύουμε τόσο προσεχτικὰ σὲ τούτη τὴν ἀκρόπόλη
    ἀγγίζοντας κάποτε μὲ τὰ δάχτυλά μας τὴν ὑφή του πάνω στὶς πέτρες.

    Ἀσίνη, καλοκαίρι ῾38 - Ἀθήνα, Γεν. ῾40

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Φταιω...Φταιω κυριε Παπαβασιλειου...τοσο απλα τοσο ειλικρινα...(δν βάζω το ..-κ εγω-...για να μην παρεξηγηθούν)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Ἡ ὑποδοχὴ αὐτοῦ τοῦ μικροῦ κειμένου, βινιέττας τῆς πραγματικότητας εἶναι πέραν πάσης προσδοκίας.
    Τὸ πιο σημαντικὸ ὅμως εἶναι τὰ σχόλιά σας φίλοι μου, ποὺ λένε ὅτι μποροῦμε νὰ τὴν ξαναφτιἀξωμε τὴν χώρα μας γιατὶ ὅλοι μας αἰσθανόμαστε ὅτι εἶναι πλέον ἀτομικὴ μας ὑπόθεση. Ὅταν αρκετὲς ὁμονοοῦσες ἔντιμες Ἕλληνικὲς ἀτομικότητες ἀρχίσουν νὰ μαζεύωνται ἡ λύση δὲν εἶναι μακρυὰ.
    Μπορεῖ νὰ ἀποτύχωμε διότι ἔχομε νὰ κάνωμε μὲ μία νέα μορφὴ πολέμου, αλλὰ θὰ ἀποτύχωμε προσπαθώντας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. θα την ξαναφτιαξουμε κυριε παπαβασιλειου την πατριδα μας ξανα βημα βημα ....χαιρομαι που σας γνωριζω εστω και μεσω του internet.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Ἡ χαρά καὶ ἡ τιμὴ ὅλη δικὴ μου. Καλῶς ὡρίσατε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Θεωρώ πραγματικά μεγάλη μου τιμή το να διαβάζω τα άρθρα σας!

    Σας ευχαριστούμε Κύριε Στάθη!

    Προσωπικά πιστεύω ότι η Ελλάδα θα βρει ξανά το δρόμο της...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Μὲ συμπολίτες τῆς δικῆς σας ποιότητος, δὲν ἀμφιβάλλω οὔτε ἐγὼ φίλτατε Nemoz.
    Παρακολουθῶ τὰ γραφόμενὰ σας στο capital, ἀλλὰ ἐδῶ καὶ κάμποσο καιρὸ ἐπικρατεῖ ἕνα εἶδος δυστοκίας ἐκ μέρους τῶν συμμετεχόντων.
    Διαπιστώσεις γιὰ μένα τέλος. Κάνω ὅτι μπορῶ στὸν περίγυρό μου.
    Ἄλλωστε ὡς rosicrux, νομίζω ὅτι ἀρκετὰ ἀπὸ ὅσα συμβαίνουν τὰ εἶχα περιγράψει ὅπως καὶ σεῖς ἄλλωστε ἐδῶ καὶ δύο ἕως τρία χρόνια.
    Ὅμως ἡ συζήτηση, κατέληξε σε σεναριολογία, και ἐλεεινολογία τῶν κυβερνώντων, δικαίως βέβαια, ἀλλὰ χωρίς πρακτικό ἀποτέλεσμα.
    Τὸ γεγονός ὅτι ἀκόμη καὶ σήμερα δὲν ἐμφανίζονται ἐφαρμόσιμες ἰδέες ἀπὸ νέους καὶ ἀκέραιους πολιτικοὺς σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν συνεχιζόμενη ἀπραξία τῆς ἀστικῆς τἀξεως μὰ ἀνησυχεῖ.
    Ἔτσι, ἀπέχω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή